Εισήγηση του Γ. Αργείτη, Επιστημονικού Δ/ντή ΙΝΕ ΓΣΕΕ στο συνέδριο που διοργάνωσε το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή με θέμα «Κρίση – Μεταρρυθμίσεις – Ανάπτυξη» στις 27 και 28 Μαρτίου 2017.

29/03/2017

«Θεσμοί της Αγοράς Εργασίας, Δημοκρατία και Ανάπτυξη»

Γιώργος Αργείτης

 «ΚΡΙΣΗ – ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ – ΑΝΑΠΤΥΞΗ» Αίθουσα Γερουσίας Βουλής των Ελλήνων

Αθήνα, 27 & 28 Μαρτίου 2017

 

Η κατανόηση του περιεχομένου και της μορφής των πολιτικών παρεμβάσεων στο ρυθμιστικό περιβάλλον της αγοράς εργασίας εξαρτάται από τη γνώση του πλαισίου της πολιτικής οικονομίας της νέας ευρωπαϊκής οικονομικής διακυβέρνησης. Η γνώση αυτή μας βοηθά αφενός να κατανοήσουμε τι έχει συμβεί στην αγορά εργασίας, αφετέρου να προσαρμόσουμε τις προσδοκίες μας για το τι μπορεί να συμβεί με δεδομένη την αρχιτεκτονική της νέας οικονομικής διακυβέρνησης.

Η αρχιτεκτονική αυτή που προέκυψε μέσα από τη διαχείριση της κρίσης χρέους της ευρωζώνης έχει μεταβάλει την ισορροπία μεταξύ της προστασίας της εργασίας και της ευελιξίας της αγοράς εργασίας σε όφελος της ευελιξίας. Στο συμβατικό μοντέλο οικονομικής σκέψης, που θεμελιώνει τη νέα οικονομική διακυβέρνηση, η ευελιξία της αγοράς ταυτίζεται με την αποτελεσματικότητά της.

Η προστασία της απασχόλησης και των εργασιακών δικαιωμάτων, που ήταν ανάμεσα στα βασικά θεμέλια του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου, αξιολογείται πλέον ανταγωνιστικά με τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της αγοράς εργασίας, και, μέσω αυτής, της οικονομίας στο σύνολο της.

Στο επίπεδο της οικονομικής πολιτικής η αποτελεσματικότητα ταυτίζεται με την ανταγωνιστικότητα και τη σταθερότητα των τιμών. Κατά συνέπεια, οι θεσμοί της αγοράς εργασίας αξιολογούνται πλέον με κριτήριο τη συμβολή τους στην επίτευξη αυτών των δύο στόχων οικονομικής πολιτικής.

Στο πλαίσιο αυτό οι βασικοί θεσμοί της αγοράς εργασίας, όπως οι συγκεντροποιημένες συλλογικές διαπραγματεύσεις, τα συνδικάτα που συμμετέχουν στις συλλογικές διαδικασίας προσδιορισμού του μισθού και το ύψος του κατώτατου μισθού αμφισβητούνται καθώς θεωρούνται ακαμψίες που εμποδίζουν την αποτελεσματικότητα της αγοράς εργασίας.

Ως μείζον αναπτυξιακός στόχος ορίζεται η μετάβαση στις ατομικές και στις επιχειρησιακές συμβάσεις εργασίας ως μέσο αποκατάστασης του μισθού ισορροπίας, δηλαδή, η προσαρμογή του εργατικού δίκαιου στη λογική της αυτορρύθμισης της αγοράς εργασίας. Η νεοφιλελεύθερη φιλοσοφία πίσω από τη συμβατική αυτή οικονομική θεώρηση είναι προφανής.

Ωστόσο, η συμβατική αυτή θεώρηση έχει μια ισχυρή κανονιστική βάση, με την έννοια ότι περιγράφει το άριστο, και επίσης ότι κάθε απόκλιση από αυτό το άριστο πιστεύεται ότι έχει αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομική αποτελεσματικότητα, στην απασχόληση, στην ανταγωνιστικότητα και στην ανάπτυξη. Στο πλαίσιο των τριών προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής στην Ελλάδα η κανονιστική αυτή αρχή της όσο το δυνατό μεγαλύτερης απορρύθμισης και αυτορρύθμισης της αγοράς εργασίας βρίσκεται πίσω από την ακαμψία των απαιτήσεων των δανειστών.

Στο πλαίσιο αυτό και ειδικά οι χώρες που βρέθηκαν σε προγράμματα οικονομικής προσαρμογής προχώρησαν στην κατάργηση στοιχείων του εργατικού δίκαιου που δημιουργούν ένα ρυθμιστικό πλαίσιο προστασίας της εργασίας και αυτονομίας της συγκεντροποίησης της συλλογικής διαπραγμάτευσης και του τρόπου προσδιορισμού των μισθών. Ο στόχος ήταν να αυξηθεί η προς τα κάτω ευκαμψία των μισθών στο επίπεδο της επιχείρησης.

Ωστόσο, η άποψη που θέλει ότι βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα μιας επιχείρησης να βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας είναι μια επικίνδυνη γενίκευση που αγνοεί τον ετερογενή χαρακτήρα του επιχειρηματικού τομέα, τη δομή των αγορών, τη θεσμική και παραγωγική συγκρότηση και το μάκρο-αναπτυξιακό μοντέλο της εθνικής οικονομίας και το βιοτικό επίπεδο της πλειονότητας της κοινωνίας. Η αγνόηση αυτής της πραγματικότητας καθιστά την κανονιστική δέσμευση της οικονομικής πολιτικής στην αρχή της απορρύθμισης και αυτορρύθμισης της αγοράς εργασίας απολύτως ιδεοληπτική.

Στην περίπτωση της χώρας μας το εύρος και η ένταση των μέτρων και των ριζικών αλλαγών μετά το 2011  έχουν ανατρέψει και υποβαθμίσει δραματικά το εργασιακό πλαίσιο. Και εκείνες που έρχονται θα ολοκληρώσουν την κατάρρευση του συστήματος προστασίας της απασχόλησης. Οι αλλαγές που έχουν γίνει είναι λίγο-πολύ γνωστές.

Οι απορρυθμιστικές παρεμβάσεις προκάλεσαν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις και δεν αναφέρομαι μόνο στη δραματική αύξηση της ανεργίας. Θα αναφέρω ενδεικτικά τις εξής:

  • το 2016 υπογράφτηκαν μόνο 10 κλαδικές/ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις. Αντίθετα ο αριθμός των επιχειρησιακών ΣΣΕ ανέρχεται πλέον στο 95,21% (318) του συνόλου των ΣΣΕ.
  • Παρατηρούνται σημαντικές μειώσεις των ονομαστικών αποδοχών των εργαζομένων στις επιχειρήσεις μέσα από την σύναψη επιχειρησιακών ή ατομικών συμβάσεων.
  • Οι προσλήψεις με πλήρη απασχόληση έχουν υποχωρήσει από 79% το 2009 σε 45,3% το 2016. Παράλληλα, ενώ το 2009 οι προσλήψεις με ευέλικτες μορφές εργασίας αντιστοιχούσαν στο 21% του συνόλου των προσλήψεων, το 2016 αντιστοιχούν στο 54,7%.

Οι αρνητικές εξελίξεις στην αγορά εργασίας αποτυπώνονται σε βασικούς κοινωνικούς δείκτες.

  • Ο δείκτης της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού αυξήθηκε από 27,7% το 2010 σε 35,7% στα εισοδήματα του 2014.
  • Το μεγαλύτερο ποσοστό εντοπίζεται στους ανέργους, το οποίο αυξήθηκε την ίδια περίοδο κατά 14,3% κυρίως λόγω του πολύ υψηλού ποσοστού της μακροχρόνιας ανεργίας που ξεπερνά το 70% του συνόλου της ανεργίας.
  • Το ποσοστό φτώχειας στους μισθωτούς εργαζομένους βρίσκεται κοντά στο 18%.
  • Το ποσοστό των εργαζομένων στο όριο της φτώχειας που έχουν συμβάσεις ορισμένου χρόνου είναι περίπου τριπλάσιο από εκείνο των εργαζομένων με συμβάσεις αορίστου χρόνου.

Και ενώ οι συνέπειες της απορρύθμισης στο πλαίσιο της πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης δοκιμάζουν την κοινωνική σταθερότητα, οι θετικές συνέπειες στην οικονομία είναι αμφισβητούμενες:

  • Η σημαντική βελτίωση της ανταγωνιστικότητας τιμών μέσω της μεγάλης μείωσης του μοναδιαίου κόστους εργασίας δεν συνοδεύτηκε από ουσιαστική και διατηρήσιμη βελτίωση της απασχόλησης και των εξαγωγών.
  • Ο δημόσιος τομέας εξακολουθεί να είναι σε παγίδα χρεοκοπίας λόγω της δραματικής μείωσης του εισοδήματος που σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στην κατάρρευση των μισθών, με υψηλό πιστωτικό ρίσκο και χαμηλή φερεγγυότητα που διατηρούν το χρέος μη βιώσιμο.
  • Η μείωση των μισθών και της απασχόλησης έχουν αποσταθεροποιήσει το ασφαλιστικό σύστημα.
  • Η μεγάλη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος, αποτέλεσμα της λιτότητας και της υπερφορολόγησης έχουν προκαλέσει μια σημαντική ανισορροπία μεταξύ κατανάλωσης και διαθέσιμου εισοδήματος που αποτελεί βασική αιτία της ενδογενούς εμπλοκής της επανεκκίνησης της οικονομίας και της μετάβασης της σε διατηρήσιμη μεγέθυνση.
  • Σημαντικό εμπειρικό εύρημα είναι επίσης ότι η ελαστικοποίηση της αγορά εργασίας επιδείνωσε τη χρήση εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού, αφού αποτέλεσε αφορμή για την παρασιτική επιχειρηματικότητα να διολισθήσει σε κλάδους χαμηλής προστιθέμενης αξίας, γεγονός που, σε συνδυασμό με την αποεπένδυση, υποβάθμισε την ποιότητα του παραγωγικού δυναμικού της οικονομίας και την παραγωγικότητα.

Συνοπτικά το αφήγημα των αναγκαίων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ειδικά στην αγορά εργασίας ως μέσο μετάβασης της ελληνικής οικονομίας στην εξωστρεφή ανάπτυξη για την έξοδο από την κρίση δημιουργεί μόνο αυταπάτες όσο στηρίζεται στην απαξίωση της εργασίας και στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας μέσω της μείωσης του μοναδιαίου κόστους εργασίας. Ο μακροοικονομικός μετασχηματισμός που παρατηρείται βάσει της βελτίωσης των λεγόμενων δίδυμων ελλειμμάτων δεν είναι βιώσιμος γιατί δεν στηρίζεται στον παραγωγικό μετασχηματισμό της οικονομίας.

Οι αρνητικές συνέπειες δεν σταματούν εδώ. Η υπονόμευση των συλλογικών θεσμών της αγοράς εργασίας έχει σοβαρές επιπτώσεις και στη δημοκρατία και στους δημοκρατικούς θεσμούς. Οι απορρυθμιστικές παρεμβάσεις υπονόμευσαν τον κοινωνικό διάλογο. Υπάρχει όμως μια άλλη επίσης πολύ σημαντική διάσταση.

Αν και ο νεοφιλελευθερισμός είναι η ιδεολογική μήτρα της απορρύθμισης, ο λαϊκισμός, ο εθνικισμός αλλά και ο φασισμός εμφανίζονται να ωφελούνται ιδεολογικά και πολιτικά από τις μεταρρυθμίσεις που μειώνουν την προστασία της απασχόλησης.

Συνήθως υποστηρίζεται η άποψη ότι η οικονομική κρίση και η αύξηση της ανεργίας τροφοδοτεί τον λαϊκισμό, την ξενοφοβία, το ρατσισμό απέναντι στους μετανάστες, και την άνοδο της άκρας δεξιάς. Αν και η συσχέτιση μεταξύ ύφεσης και ανεργίας με την άνοδο του λαϊκισμού και του εθνικισμού είναι θετική, τα σχετικά εμπειρικά ευρήματα δείχνουν ότι δεν είναι σημαντική.

Μια αυξανόμενη βιβλιογραφία παρουσιάζει εμπειρικά ευρήματα που δείχνουν ότι η μείωση του κατώτατου μισθού, οι επισφαλείς θέσεις εργασίας, η μακροχρόνια ανεργία σε συνδυασμό με τη μείωση του χρόνου λήψης του επιδόματος ανεργίας και η ανισότητα των μισθών που επιφέρει η κατάργηση της προστασίας από τις κλαδικές συμβάσεις εργασίας είναι οι παράγοντες που έχουν πολύ σημαντική και θετική επίδραση στην άνοδο του λαϊκισμού και της άκρας δεξιάς.

Η απορρύθμιση έχει συνεπώς και επικίνδυνες ιδεολογικές και πολιτικές συνέπειες. Η ενίσχυση των θεσμών προστασίας της εργασίας, του κοινωνικού διαλόγου και της αλληλεγγύης θωρακίζει τη δημοκρατία και τους δημοκρατικούς θεσμούς.

Τα παραπάνω οδηγούν στο συμπέρασμα ότι υπάρχει ανάγκη σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο για μια εναλλακτική οπτική στο ρόλο των μισθών και των θεσμών της αγορά εργασίας στην οικονομία.

Η αγορά εργασίας είναι ο συνδετικός κρίκος μεταξύ του πραγματικού τομέα και του χρηματοπιστωτικού τομέα της οικονομίας. Σύμφωνα με την ολιστική αυτή οπτική οι θεσμοί της αγοράς εργασίας, όπως οι συγκεντροποιημένες συλλογικές διαπραγματεύσεις, η επεκτασιμότητα τους και ο κατώτατος μισθός είναι απαραίτητοι όχι μόνο για τη ρύθμιση ανταγωνιστικών οικονομικών συμφερόντων και συνεπώς για την κοινωνική σταθερότητα. Αλλά και για τη διαμόρφωση της διανομής του εισοδήματος με τρόπο που να υποστηρίζει την απασχόληση και την μεγέθυνση.

Η σχετική βιβλιογραφία δείχνει ότι όσο μεγαλύτερη είναι η εξάρτηση της μεγέθυνσης από την εγχώρια δαπάνη και το δανεισμό, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, τόσο αυξάνεται η σημασία της ενίσχυσης των θεσμών της αγοράς εργασίας, καθώς συμβάλλουν θετικά στην αύξηση της εγχώριας δαπάνης και στη φερεγγυότητα του τραπεζικού συστήματος. Οι θεσμοί της αγοράς εργασίας ενισχύουν τις ροές εισοδήματος και συνεπώς τον πραγματικό τομέα της οικονομίας και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, αλλά και σε μεγάλο βαθμό στηρίζουν την ικανότητα όλων των τομέων της οικονομίας να ικανοποιούν τις χρηματοοικονομικές τους υποχρεώσεις.

Η αναζήτηση στρατηγικής εξόδου από την οικονομική και κοινωνική κρίση με ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών περνάει συνεπώς μέσα από την ισχυροποίηση των θεσμών προστασίας της εργασίας. Η αποσυγκεντροποίηση και η εξατομίκευση του προσδιορισμού των μισθών οδηγεί στην προ-κυκλική διαχείριση των μισθών η οποία με τη σειρά της προκαλεί αφενός μείωση των εισοδημάτων και αφετέρου αύξηση των μισθολογικών αποκλίσεων που τροφοδοτεί την οικονομική ανισότητα και την ύφεση.

Αντίθετα, η επαναφορά και η ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και της επεκτασιμότητας τους βάσει της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης λειτουργεί ως σταθεροποιητικός και αναπτυξιακός μηχανισμός.  Η διατηρήσιμη και δίκαιη ανάπτυξη προϋποθέτει τη μείωση της κατάτμησης της αγοράς εργασίας που υπονομεύει δραματικά τη συνοχή της και την ισχύ των εργαζομένων και των συνδικάτων.

Η επισήμανση της σημασίας της ζήτησης στην οικονομία δεν υποτιμά την πλευρά της προσφοράς. Αντίθετα,  ανοίγει για την οικονομική πολιτική μια άλλη οπτική στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, η οποία εξαρτάται από το μοντέλο ανάπτυξης και τη δυναμική που έχει ή δεν έχει αυτό να δημιουργεί νέα προϊόντα, πλούτο, απασχόληση και κοινωνική ευημερία. Το περιεχόμενο της ανταγωνιστικότητας είναι τώρα διαφορετικό και προϋποθέτει παρεμβάσεις σε ένα πλέγμα παραγόντων όπως για παράδειγμα την καινοτομία, την ποιότητα, την κλαδική ανάπτυξη και εξειδίκευση της οικονομίας, την επιχειρηματικότητα.

Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και η ανάπτυξη εξαρτώνται καθοριστικά από κλαδικές πολιτικές, το σχεδιασμό ισορροπημένης βιομηχανικής στρατηγικής και ένα ποιοτικό και αναπτυγμένο σύστημα υποδομών. Αυτές οι παρεμβάσεις είναι οι ουσιαστικές διαρθρωτικές αλλαγές που έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία, ώστε να δημιουργήσει ένα πιο αποτελεσματικό και ανταγωνιστικό αλλά ταυτόχρονα διατηρήσιμο και δίκαιο μοντέλο ανάπτυξης με περισσότερη δημοκρατία.

 

 

Η Α(ΥΤΑ)ΠΑΤΗ ΤΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Παπαζήση Η Α(ΥΤΑ)ΠΑΤΗ ΤΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Συλλογική μελέτη των συγγραφέων Γ. Αργείτη, Ν. Κορατζάνη, Δ. Παϊταρίδη, Κ. Πασσά, Χ. Πιέρρου. Τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα έχουν αποτύχει να δημιουργήσουν τους αναγκαίους μετασχηματισμούς για μια διατηρήσιμη έξοδο της χώρας από την κρίση χρέους. Το οικονομικό και […]

Άρθρο του Επιστημονικού Δ/ντή του ΙΝΕ ΓΣΕΕ Γιώργου Αργείτη: Η παγίδα χρέους και Λιτότητας των Δανειστών στην Ελλάδα.

Άρθρο του Επιστημονικού Δ/ντή του ΙΝΕ ΓΣΕΕ Γιώργου Αργείτη που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ στις 19/6/17 με τίτλο: Η παγίδα χρέους και Λιτότητας των Δανειστών στην Ελλάδα. Γιατί η πρόσφατη συμφωνία στο Eurogroup θα έπρεπε να μας δημιουργεί προβληματισμό και να μην είναι ακόμη μία αφορμή για επικοινωνιακή εκμετάλλευση. Μπορείτε να διαβάσετε το άρθρο […]

The Greek crisis: outlook and an alternative economic policy

The 2017 independent Annual Growth Survey: The Elusive Recovery Special study on Greece: The Greek crisis: outlook and an alternative economic policy Giorgos Argitis, Nasos Koratzanis and Christos Pierros available here: The Greek crisis: outlook and an alternative economic policy   For the last seven years the Greek economy has been entrapped in a dramatic […]

Εισήγηση του Γ. Αργείτη, Επιστημονικού Δ/ντή ΙΝΕ ΓΣΕΕ στο συνέδριο που διοργάνωσε το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή με θέμα «Κρίση – Μεταρρυθμίσεις – Ανάπτυξη» στις 27 και 28 Μαρτίου 2017.

«Θεσμοί της Αγοράς Εργασίας, Δημοκρατία και Ανάπτυξη» Γιώργος Αργείτης  «ΚΡΙΣΗ – ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ – ΑΝΑΠΤΥΞΗ» Αίθουσα Γερουσίας Βουλής των Ελλήνων Αθήνα, 27 & 28 Μαρτίου 2017   Η κατανόηση του περιεχομένου και της μορφής των πολιτικών παρεμβάσεων στο ρυθμιστικό περιβάλλον της αγοράς εργασίας εξαρτάται από τη γνώση του πλαισίου της πολιτικής οικονομίας της νέας ευρωπαϊκής οικονομικής […]

Ανακοινώσεις από την Εκδήλωση-Ημερίδα «Πρόγραμμα Εγγυημένης Απασχόλησης: Μια εναλλακτική πρόταση στη λιτότητα»

Σημαντικά συμπεράσματα προέκυψαν στην ημερίδα με θέμα «Πρόγραμμα Εγγυημένης Απασχόλησης: Μια εναλλακτική πρόταση στη λιτότητα» που διοργάνωσαν από κοινού σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, το ίδρυμα Friedrich Εbert και το Levy Institute. Καλωσορίζοντας τους συμμετέχοντες κατά την έναρξη της εκδήλωσης, ο κ. Χρήστος Κατσιούλης, Δ/ντής της αντιπροσωπείας του ιδρύματος Friedrich […]

Περαιτέρω επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης και της φτώχειας για το 2013 στην Ελλάδα καταγράφουν τα πρόσφατα στοιχεία της Eurostat

Τη σφοδρή και συνεχιζόμενη μείωση των εισοδημάτων, καθώς και την επιδείνωση της φτώχειας και των συνθηκών διαβίωσης στην Ελλάδα αποκαλύπτουν τα πλέον πρόσφατα δεδομένα της Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών (EU-SILC) του 2014, που δημοσιοποιήθηκαν στις 26/06/2015 από την Eurostat και αναφέρονται στην εισοδηματική κατάσταση του πληθυσμού το 2013. Πιο συγκεκριμένα: • Σε […]